Skip to main content
δικηγορος ρυθμιση οφειλων

VAFEIDOU ANTIGONI

Η δικαστική απόφαση

Μια ακόμη επιτυχία του γραφείου μας ως προς την αντιμετώπιση της άγρας πελατών μέσω του διαδικτύου

 

Πώς μπορεί να προστατευθεί  ο κάτοχος ενός σήματος, όταν ο τρίτος (μη δικαιούχος) εξακολουθεί (και δη πολλές φορές παρά την έκδοση σχετικής απόφασης που απαγορεύει στον τρίτο να καπηλεύεται τη φήμη και την επιτυχία μιας επιχείρησης), να κάνει παράνομη χρήση αυτού; Πώς μπορεί να υποχρεωθεί ο τρίτος να πάψει τις εν λόγω προσβολές και να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο των δικαστικών αποφάσεων;

Το γραφείο μας έχει χειριστεί πλείονες υποθέσεις προστασίας σημάτων φήμης, ήτοι των σημάτων εκείνων έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση του μέσου καταναλωτή σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας ιδίως λόγω του λεγόμενου “παρασιτικού ανταγωνισμού”. Μεταξύ άλλων, προσφάτως πετύχαμε την έκδοση αποφάσεως επί αγωγής του άρθρου 947 ΚΠολΔ για λογαριασμό εντολέα μας, ανώνυμης εταιρείας του κλάδου των ιατρικών υπηρεσιών, η οποία δεχόταν αλλεπάλληλες προσβολές του σήματος φήμης της μέσω διαδικτύου, από εταιρεία του ιδίου κλάδου προς άγραν πελατών, με αποτέλεσμα να πλήττεται η φήμη και η αξιοπιστία της.

Σύντομο Ιστορικό της Υπόθεσης

Ειδικότερα, η αντιδικία άρχισε το έτος 2019, οπότε και η εντολέας μας ανώνυμη εταιρεία άσκησε αγωγή κατά της τρίτης ομόρρυθμης εταιρείας και των ομορρύθμων μελών της και περαιτέρω κατέθεσε και αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με αίτημα να απαγορευθεί στην καθ’ ης εταιρεία να χρησιμοποιεί στους διαφημιστικούς συνδέσμους της και σε κάθε άλλου είδους διαφήμισή της στο διαδίκτυο τη λεκτική ένδειξη “……….” ( το σήμα φήμης της εντολέως μας) μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλη λεκτική ένδειξη ή αριθμό, καθώς και το σήμα, λεκτικό μέρος σημάτων, εμπορική επωνυμία και το συγκεκριμένο διακριτικό τίτλο κατά οποιαδήποτε λεκτική απομίμησή του ή παραποιημένο κατά οποιοδήποτε τρόπο, ενώ παράλληλα απειλήθηκε σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων της  ομόρρυθμης εταιρείας για κάθε παράβαση της απόφασης χρηματική ποινή τριών χιλιάδων ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο μηνών σε έκαστο εκ των ομορρύθμων εταίρων της.

Η ως άνω απόφαση κοινοποιήθηκε νομίμως με επιταγή προς εκτέλεση στους αντιδίκους και παράλληλα δημοσιεύτηκε και σε δύο καθημερινές εφημερίδες, ωστόσο η αντίδικος εταιρεία παραβίασε το διατακτικό αυτής τουλάχιστον 5 φορές έκτοτε.

Μόνη λύση προκειμένου να επιβληθούν στην αντίδικο όσα απειλήθηκαν με την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, αποτέλεσε η αγωγή του άρθρου 947 ΚΠολΔ, η οποία αποσκοπεί ακριβώς στο να υποχρεωθεί ο οφειλέτης να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της απόφασης με την οποία απαγορεύτηκε η ενέργεια ορισμένης πράξης ή να ανεχθεί την παρέμβαση τρίτου. Και τούτο διότι η ύπαρξη κύρωσης υπό μορφή εξαναγκαστικών μέτρων πειθαναγκάζει τον οφειλέτη να αποδεχθεί την απόφαση, η οποία άλλως θα ήταν κενή περιεχομένου, εφόσον θα καθίστατο αδύνατη η υλοποίησή της και ο δανειστής δεν θα ικανοποιείτο μελλοντικά.

Εν ολίγοις:

Κατά το πρώτο στάδιο (της έκδοσης της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων) βεβαιώθηκε ότι η αντίδικος εταιρεία και οι εταίροι της έχουν υποχρέωση να παραλείπουν ορισμένη πράξη και παράλληλα απειλήθηκε αθροιστικά, σε περίπτωση παραβίασης της προαναφερθείσας υποχρέωσης, χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση δύο μηνών σε έκαστος εκ των (ομορρύθμων) εταίρων της αντιδίκου εταιρείας..

Κατά το δεύτερο στάδιο, ήτοι κατόπιν μεταγενέστερων παραβιάσεων της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων και της συνακόλουθης ασκήσεως της αγωγής του άρθρου 947 ΚΠολΔ, η οποία δικάζεται με την ειδική διαδικασία των Εργατικών Διαφορών, πραγματοποιήθηκε η διάγνωση της παράβασης και επιβλήθηκε χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση δύο μηνών στα μέλη της ομορρύθμου εταιρείας. Πρόκειται δηλαδή επί της ουσίας για την εκτέλεση της πρώτης απόφασης.

Ως προς το άρθρο 947 ΚΠοΛΔ και τις προϋποθέσεις του εξειδικεύονται τα εξής:

Το δικαστήριο στο οποίο εισάγεται το αίτημα για την επιδίκαση της απειληθείσας χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης πρέπει να κρίνει αν η παράβαση εκ μέρους του οφειλέτη αντιστοιχεί με την υποχρέωση παράλειψης που προκύπτει από την εκτελούμενη απόφαση. Για τη διαπίστωση αυτή συγκρίνει τη συμπεριφορά του οφειλέτη προς την απαγορευμένη κατά την απόφαση πράξη. Εάν κρίνει ότι η θετική ενέργεια του οφειλέτη αποτελεί παραβίαση της απορρέουσας από την πρώτη απόφαση υποχρέωσης προς παράλειψη ή ανοχή βεβαιώνει την παράβαση και καταδικάζεται ο οφειλέτης στην καταβολή της χρηματικής ποινής και σε προσωπική κράτηση. Για την καταδίκη του οφειλέτη στις ποινές που απειλεί η απόφαση το δικαστήριο οφείλει να διαπιστώσει ότι αυτός παραβίασε τη διάταξη της πρώτης απόφασης από πρόθεση, η οποία θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί, εφόσον ο οφειλέτης έλαβε γνώση της απαγγελθείσας απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης με την προηγηθείσα επίδοση στον ίδιο της επιταγής προς εκτέλεση της πρώτης απόφασης. Το δικαστήριο δεσμεύεται από το δεδικασμένο της κατά το πρώτο στάδιο εκδοθείσας απόφασης. Εξαιτίας αυτού δεν επιτρέπονται και είναι απαράδεκτοι ισχυρισμοί που τείνουν σε αμφισβήτηση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες υποχρεώθηκε ο οφειλέτης σε παράλειψη ή ανοχή. Είναι δε διάφορο το ζήτημα του ελέγχου της διαγνωστικής κρίσης του δικαστηρίου κατά το στάδιο της βεβαίωσης της παράβασης για την οποία απειλήθηκε χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση, αν δηλαδή τα διαπιστωθέντα πραγματικά περιστατικά συνιστούν την παράβαση της διαταχθεισας υποχρέωσης προς παράλειψη ή ανοχή και επομένως εάν αυτά ορθά υπήχθησαν στην ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 947 παρ. 1 ΚΠολΔ. Το δικαστήριο, στην περίπτωση αυτή, περιορίζεται στο να διαπιστώσει αν συντρέχει η περίπτωση της απαγγελίας ή μη της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης, δηλαδή εάν ο οφειλέτης εκπλήρωσε ή δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή του να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, όπως διατάχθηκε με τη σχετική δικαστική απόφαση.

 

 

Κλήση