Skip to main content
Αρθρογραφία

«Ευρώπη, Ευρωσκεπτικισμός και Δημοκρατία: ο καλός, κακός και ο… όμορφος ».

 Το απόλυτο test για την Ευρώπη θα είναι τον Μάϊο

Πλησιάζει ταχύτατα και αναπόφευκτα η στιγμή του πρώτου ρεαλιστικού απολογισμού για τη Ζώνη του Ευρώ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως οντότητας πολιτικής.

Της Αντιγόνης Βαφείδου

Από την «Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα» των Robert Schumann και Jean Monnet, φωτισμένων προσωπικοτήτων με γνήσιο όραμα ευρωπαϊκής ενοποίησης, σήμερα η ευρωπαϊκή οικογένεια αφού παρέλασε, και κατόπιν διολίσθησε, δυστυχώς πλέον βαδίζει σταθερά ασταθώς:

Κατά καιρούς ακούστηκαν πολλές φωνές (συνετές και μη) κατά τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση είτε  πορεύθηκε υπό το πρόσταγμα «Μερκοζί – Ολάν», είτε θεωρήθηκε η Γη της επαγγελίας για τις ισχνές οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου, είτε επαναπροσδιορίστηκε από προσωπικότητες όπως αυτή του Emanuel Macron κλ.π.

Σε κάθε περίπτωση πάντως – και πέρα από κάθε ετερόκλητο πρίσμα – το προφίλ της Ευρωζώνης αλλάζει οριστικά, και εκτός από την πιστωτική ασφυξία των μεσογειακών κρατών-μελών, εμφανίζονται πλέον ως ζητούμενα η κοινή εξωτερική πολιτική, το μεταναστευτικό και ο πολιτικός  προσανατολισμός της Ευρώπης. Το φιλοευρωπαϊκό αίσθημα χάνει σιγά σιγά έδαφος κι οι εθνικιστικές τσιρίδες επιχειρούν να εδραιώσουν αποστροφή προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Δυστυχώς, επικρατεί σιγά-σιγά ένα κλίμα αμφιβολίας  και η επαρκής «στατικότητα»  του ευρωπαϊκού οικοδομήματος αρχίζει να βάλλεται.

Το απόλυτο test για την Ευρώπη λοιπόν. θα είναι τον επόμενο Μάιο, όταν και θα διεξαχθούν ευρωεκλογές. Ποιός θα είναι νικητής; η Ευρώπη ή ο Ευρωσκεπτισκισμός;

Ενάρετοι και Αμαρτωλοί

Μέχρι πριν  μια δεκαετία παρά τους όποιους μικρούς ή μεγάλους τριγμούς στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η  Ένωση αίρονταν ως επί τω πλείστον στο ύψος των περιστάσεων, έδινε λύσεις συνοχής και αποδείκνυε ότι είναι η «οικογένεια» που προσφέρει μια αγκαλιά ασφαλείας και πιστώνει με επιείκεια συμπεριφορές δημοσιονομικών ατασθαλιών. Ώσπου ήρθε η μεγάλη πρόκληση: η θύελλα της Μεγάλης Ύφεσης, η εμφάνισης της νέας τάξης των νεόπτωχων  στον Ευρωπαϊκό Νότο από το μετασχηματισμό της μεσαίας τάξης και «το τέρμα του αυτονόητου ευρωπαϊσμού» (Γ.Παγουλάτος, άρθρο  στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 31/10/2010.)

Έτσι, εμφανής πλέον γίνεται και ο διαχωρισμός στους «ενάρετους και αμαρτωλούς» της Ευρωζώνης: για να δικαιούται κράτος-μέλος να συνεχίσει να δαπανά κατά την ύφεση, οφείλει να έχει δημιουργήσει πλεόνασμα  κατά την περίοδο ευημερίας του δηλ. οφείλει να ευθυγραμμιστεί με το εύλογο και δίκαιο παγκόσμιο οικονομικό δόγμα.

Για εμάς του Έλληνες, μέχρι το 2008, η Ευρώπη ήταν ένας μεγαλόκαρδος γονιός που παρέβλεπε τις εσωτερικές πολιτικές «στραβοτιμονιές» μας, ενώ η πρόσδεσή μας στην πολιτική και οικονομική της ατζέντα έδινε έναν ξεκάθαρο μακροσκοπικό προσανανατολισμό στην πορεία της χώρας. Αμέσως μετά το ξέσπασμα της κρίσης, όταν πλέον εξαντλήθηκε η επιείκεια του «γονιού», best seller έγινε το αφήγημα της εθνικής μας θυματοποίησης.

Ελλάδα , Ευρώπη , Ευρωσκεπτικισμός

Η Ελλάδα κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή βρέθηκε ενώπιων ενός μη διαχειρίσιμου ελλείμματος ισοζυγίου πληρωμών και όταν το αδιέξοδο μας  κατέστη αδιαμφισβήτητο γεγονός  ξεκίνησε η αντιευρωπαϊκή υστερία, ο μεγάλος θυμός προς τους εταίρους  και δυστυχώς η πολιτική δημαγωγία βρίσκει τότε το ιδανικό για αυτήν όχημα: τον ευρωσκεπτικισμό, έναν επικίνδυνο δούρειο ίππο που αργά ή γρήγορα θα υπονομεύσει την όποια συνοχή στις σχέσεις μας με την ευρωπαϊκή οικογένεια.

Το «αυτοάνοσο» του ευρωσκεπτικισμού εν τω μεταξύ άρχισε να εντοπίζεται εμφανώς και πέραν των ελληνικών συνόρων. Η κρίση του 2008 ήταν το κομβικό σημείο όπου τα μικρομεσαία στρώματα της Ευρώπης άρχισαν να βλέπουν τόσο τα εργασιακά τους δικαιώματα όσο και το βιοτικό τους επίπεδο να γίνονται ατμός πάνω από τη χύτρα της παγκοσμιοποίησης.: το μελάνι στη «ατζέντα της Λισσαβώνας» έχει αρχίσει να ξεθωριάζει και στην κορύφωση της πλοκής το ζητούμενο είναι πλέον αν η Ευρώπη θα δικαιώσει τις κασσάνδρες ή θα βγει ακόμη πιο ενδυναμωμένη μετά τη δοκιμασία της.

Από το Brexit στην Συμφωνία των Πρεσπών

Εν τω μεταξύ, παράλληλα με το ευρωδιαζύγιο του Brexit εν εξελίξει ολοκλήρωσης, τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα στη Βαυαρία έρχονται να ανατρέψουν τα γερμανικά πολιτικά δρώμενα:  οι Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) υπέστησαν την χειρότερη ήττα τους από το 1950, ενώ στο κοινοβούλιο εισήλθαν πλέον ακροδεξιές δυνάμεις. Φυσικά πάντα υπάρχει το αίτιο και το αιτιατό: το θηριώδες κύμα των μεταναστών δοκιμάζει σκληρά τις ήδη τεταμένες σχέσεις βορείων και νοτίων ευρωπαίων, ενώ παράλληλα αναδεικνύεται η ανεπάρκεια μιας συγκροτημένης και ενιαίας εξωτερικής πολιτικής, εξωτερικής – εσωτερικής πολιτικής ασφάλειας. Κι έτσι, η  ευρωπαϊκή πολιτική ατμόσφαιρα βαραίνει αισθητά, ακροδεξιές κορώνες αρχίζουν να ενδυναμώνονται σε αρκετά εθνικά κοινοβούλια των κρατών-μελών, με σχετικές αντανακλάσεις επίσης στις εθνικές νομοθεσίες.

Επιπλέον βοήθεια και όχι επιπλέον δικαιώματα

Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, ψηφίστηκε στην Ουγγαρία το αυστηρότατο νομοσχέδιο για την ποινικοποίηση των αστέγων. Απόλυτα θεμιτό να προσφέρεται στους άστεγους καταφύγιο και μια στοιχειώδης υποδομή στήριξης, ωστόσο η ποινικοποίηση της συμπεριφορά τους τι απηχεί αλήθεια; την Ευρώπη-θεματοφύλακα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή την φοβική Ευρώπη που δεν μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις ανεπάρκειές της, καθώς τις αντικρίζει κατάματα; «Πιστεύουμε πως είναι ανάγκη να δώσουμε στους αστέγους επιπλέον βοήθεια και όχι επιπλέον δικαιώματα», δήλωσε το περασμένο Σάββατο σε δημοσιογράφους ο υφυπουργός Μπενς Ρετβάρι. Μήπως η περιστολή των δικαιωμάτων ενδύεται έτσι την έννοια της «βοήθειας» και ακολουθείται μια ακόμη λάθος συνταγή; Εάν τα κράτη-μέλη ποινικοποιούν τις ίδιες τους τις δομικές ανεπάρκειες, επιστρέφουν σε λογικές εθνικής εσωστρέφειας, διαμορφώνουν εθνοψυχολογία ανασφάλειας, και αντί να καταστέλλουν επωάζουν σοβαρές εστίες ευρωσκεπτικισμού.

Ηχηρή απουσία

Το καυτό Μακεδονικό ζήτημα επίσης κατέδειξε πρόσφατα μια μεγάλη ανεπάρκεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τις αξιακές εκπτώσεις της για χάρη της διεύρυνσής της: πολλά ακούστηκαν ως προς τις «δημοκρατικές» διαδικασίες για την υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου η αναμετάδοση των σχετικών ρεπορτάζ είχε ανταύγειες από ταινία western κακής σκηνοθεσίας με τελικό θέαμα τον γνήσιο δημοκρατικό κοινοβουλευτισμό που αναιρέθηκε στην ουσία στο πάλκο του Σκοπιανού Κοινοβουλίου. Παρά λοιπόν το γεγονός ότι, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έγιναν κοινωνοί όλης αυτής της παρωδίας που τραυμάτισε βαριά τις ευρωπαϊκές αξίες, ποιά η επίσημη θέση τους; Aς μην ξεχνάμε πως κάποια εγκλήματα τελούνται και δια «παραλείψεως» ή αλλιώς δια «αποσιωπήσεως» και σε αυτήν την περίπτωση ο «στρουθοκαμηλισμός» της Ευρωπαϊκής Ένωσης  της αποστέρησε ακόμη ένα κεφάλαιο πολιτικής αίγλης στα μάτια των σκεπτόμενων Ευρωπαίων πολιτών.

Ένας προσανατολισμός βαθιά πολιτικός

Οι τεχνοκρατικές λύσεις λοιπόν, με τις οποίες η Ευρώπη την τελευταία δεκαετία επεδίωξε περισσότερη ενοποίηση, έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς.  Η συνταγή είναι λάθος και επιβάλλεται ένας προσανατολισμός βαθιά πολιτικός: H Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει αυτοαναφορικότητα ως προς τις αξίες και τα ιδεώδη της. Να θυμηθεί τη μήτρα της ανάγκης που τη γέννησε. Η διεύρυνση της είχε  εν τέλει ως κόστος την εμβάθυνση ως προς τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και αυτό θα πρέπει όσο το δυνατόν γρηγορότερα να το διαψεύσει. Αν προσκολληθεί στις εμμονές της, αναντίρρητα πλέον θα εξελιχθεί σε μια γηραιά καταβεβλημένη αριστοκράτισσα που αποπροσανατολίζεται από τον άμεσο κίνδυνο του «καθολικού της καρκίνου» και επιμερίζει την προσοχή της σε μέλη και όργανα του σώματός της που δείχνει όμως να ξεχνά πόσο σημαντική είναι η «καρδιά».

Η συνθήκη της Λισσαβώνας, η οποία τέθηκε σε ισχύ στα τέλη του 2009,  ενίσχυσε τις εξουσίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναδεικνύοντας έναν συσχετισμό ισοτιμίας με το Συμβούλιο Υπουργών. Με άλλα λόγια μπόλιασε με περισσότερη δημοκρατία τη θεσμική της δομή και τον τρόπο λήψης αποφάσεων ως προς τις δράσεις και της δαπάνες της. Αφουγκράστηκε την ιστορική επιταγή και έτσι εισήγαγε τις αναγκαίες  μεταρρυθμίσεις, ώστε η αξία της ψήφου στις ευρωπαϊκές εκλογές να αποκτήσει ειδικότερο βάρος και οι Ευρωπαίοι πολίτες να αποκτήσουν την αίσθηση της πολιτικά αμφίδρομης σχέσης με την ευρωπαϊκή οικογένεια.

Ωστόσο, εν έτει 2018, δηλ. 17 χρόνια μετά το 2001 οπότε και η Λισσαβώνα ξεκίνησε ως συνταγματικό σχέδιο είμαστε σαστισμένοι θεατές του πολέμου στη Συρία και των επιπτώσεών του στο μεταναστευτικό, αιφνιδιαστήκαμε και πενθήσαμε για την αιματηρή ομηρία του  Bataclan το Νοέμβριο του 2015, και σίγουρα ταλανιστήκαμε από το εφιαλτικό σενάριο του Grexit το οποία δίχασε σε επικίνδυνο βαθμό Έλληνες και Ευρωπαίους πολίτες.

 Περισσότερη Ευρώπη, λιγότεροι αριθμοί

Από όλα αυτά τα ενδεικτικώς αναφερόμενα, προκύπτει πανηγυρικά ότι η παγκόσμια ιστορία κατά την εκτύλιξή της – όπως άλλωστε και η ζωή – ως απρόβλεπτη ξεπερνά τη φαντασία και έτσι «τεστάρεται» το ένστικτο της πολιτικής ευελιξίας και προσαρμοστικότητας λαών και ηγετών. Το πλαίσιο της «ατζέντας της Λισαβόνας» έθεσε φιλόδοξους στόχους για την ανταγωνιστικότητα, την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ωστόσο, τα  σημερινά δεδομένα  αποδεικνύουν ότι  δεν είναι πλέον επαρκές. Όπως είπαμε και παραπάνω, ας μην ξεχνάμε ότι η Ευρώπη υπήρξε και ένας «επιεικής γονιός» ως προς τα κράτη-μέλη του Ευρωπαϊκού Νότου, επιεικής όμως δεν σημαίνει και απαραίτητα στο απυρόβλητο της  κριτική ως προς τα δικά του λάθη…

Το πρόσφατο κακό της παράδειγμα ως προς την επίσημα αδρανή της στάση για τον τρόπο με τον οποίο έχει διεξαχθεί η ψηφοφορία στη βουλή των Σκοπίων για την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, τα χαμηλά standards ως προς την ποιότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος του υποψήφιου μέλους που χτυπά την πόρτα για να μπει στο ευρωπαϊκό club καταδεικνύουν μια άλλη Ευρώπη τελείως αποξενωμένη από τον αρχικό της προσανατολισμό.

Ο ανθρωποκεντρικός πολιτισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η σημαία των δημοκρατικών ελευθεριών είναι (είναι;) η πεμπτουσία των αξιών της Ευρώπης, η οποία ωστόσο επάνω στη μέθη της οικονομικής της προόδου υποτίμησε κάποιες τραχιές παραμέτρους της παγκοσμιοποίησης,  τραυματίστηκε και αιφνιδιασμένη πλέον πασχίζει να μην αρχίσει να αιμορραγεί. Μια πραγματικά ενωμένη Ευρώπη έχει τη δυναμική και το εκτόπισμα να είναι εξισορροπιστής – καταλύτης στο παγκόσμιο γίγνεσθαι τονώνοντας παράλληλα την πολιτική ευαισθησία των πολιτών της και τη συμμετοχική τους διάθεση. Από εκεί ξεκινούν όλα: η συμμετοχή και όχι η ιδιωτεία εξοστρακίζει τις αντιδημοκρατικές δυνάμεις, τον ευρωσκεπτικισμό και τονώνει το φιλοευρωπαϊκό αίσθημα του «ανήκειν». Άλλωστε η εύρυθμες και λειτουργικές δημοκρατίες είναι εγγενώς προσαρμοστικές. Μπορούν να αποφεύγουν τα χειρότερα διότι οι πολίτες είναι ευερέθιστοι και ανυπόμονοι και έχουν τα αντανακλαστικά να απαιτούν πάντα κάτι καλύτερο από ότι έχουν. Κι εκεί είναι η πεμπτουσία:  όταν οι δημοκρατίες κάνουν λάθη – που συμβαίνει συχνά – δεν τις ακολουθούν μέχρι το πικρό τέλος, άλλα κάνουν στροφή.

Η Ευρώπη πρέπει να ακούσει…

Είναι αναγκαίο λοιπόν, μετά το πρόσφατο ευρωρήγμα του Brexit, την ανατροπή δεδομένων όπως αναδείχθηκαν στις Βαυαρικές εκλογές κλ.π, η Ευρώπη  να λάβει το μήνυμα, να ακούσει την δυσαρέσκεια των ευρωπαίων πολιτών να ταρακουνηθεί, και στρίψει  το τιμόνι προς την σωστή κατεύθυνση.

Η παγκόσμια συγκυρία θα συνεχίσει να δοκιμάζει έντονα την ευρωπαϊκή οικογένεια, και ήδη ελκυστικότητά της πολιτικής της οντότητας είναι φανερά αποδυναμωμένη, αλλά αδιαμφισβήτητα ακόμη υπαρκτή. Οι κοινωνίες που δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στις προκλήσεις διαλύθηκαν. Ο πλανήτης είναι γεμάτος ερείπια πολιτικών συστημάτων που κατέρρευσαν ανεξάρτητα από το αν έφεραν τη σημαία κάποιου πολιτικού ιδεολογήματος ακόμη κι αν την κουβάλησαν με πλήρη πίστη. Έτσι, οι καιροί επιτάσσουν την αποκατάσταση της πολιτικής και την επούλωσή της από το τραύμα της απαξίωσης.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται, οι ευκαιρίες της ποτέ…

Κλήση